Το δικαίωμα των ατόμων με οπτική αναπηρία στην αγορά εργασίας και η συμπερίληψη αυτών σε επικείμενο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ του Νικόλαου Τσέγκου και της Μαρίας Τσώνη Διϊδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών ΠΑΔΑ-ΑΣΠΑΙΤΕ: Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων Μέρος – 4ο
1.3 Οπτική αναπηρία
Η οπτική αναπηρία/ αναπηρία των οφθαλμών αναφέρεται στην απώλεια της όρασης σε τέτοιο βαθμό ώστε να επηρεάζεται η ικανότητα του ατόμου να φέρνει εις πέρας τις καθημερινές και συνήθεις δραστηριότητές του. Ο όρος αυτός δεν αναφέρεται στις κοινές διορθώσεις όρασης, όπως τα γυαλιά ή οι φακοί επαφής που χρησιμοποιούν πολλοί άνθρωποι για να διορθώσουν μια απλή ανωμαλία όρασης, όπως μυωπία ή υπερμετρωπία, και να βλέπουν καλύτερα σε κοντινές ή μακρινές αποστάσεις.
Οι διαταραχές της όρασης που αναφέρονται στην αναπηρία της όρασης είναι απώλειες που δεν μπορούν να διορθωθούν σε αποδεκτά επίπεδα, ακόμα και όταν χρησιμοποιούνται διορθωτικά μέσα. Οι περισσότεροι άνθρωποι με προβλήματα όρασης έχουν κάποιο επίπεδο λειτουργικής όρασης, ενώ μόνο ένα μικρό ποσοστό θεωρείται «τυφλό». Ακόμα και οι άνθρωποι που είναι τυφλοί μπορεί να έχουν αντίληψη του φωτός ή να μπορούν να αντιληφθούν αν υπάρχει φως στο δωμάτιο, αλλά η πλειονότητά τους δεν μπορεί να αντιληφθεί το φως.
Εξίσου σημαντικό είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει ένα ευρύ φάσμα ανάμεσα στα άτομα με προβλήματα όρασης. Υπάρχουν άτομα με ήπιες βλάβες όρασης μέχρι και πολύ σοβαρές. Κάθε άνθρωπος με προβλήματα όρασης έχει μοναδικά χαρακτηριστικά και διαφορετικές οπτικές ικανότητες, ακόμη και αν έχει την ίδια διάγνωση, όπως αμφιβληστροειδοπάθεια της προωρότητας ή μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Επιπλέον, η όραση μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες και μεταβλητές καθημερινά, όπως η κόπωση, οι περιβαλλοντικές συνθήκες και ο φωτισμός. Έτσι, η όραση ενός ατόμου μπορεί να διαφέρει από μέρα σε μέρα.
Η μέτρηση της όρασης είναι σημαντική για πολλούς λόγους στον ιατρικό και κλινικό τομέα, παρόλο που η όραση είναι μεταβλητή και επηρεάζεται από παράγοντες, όπως το είδος και η εξέλιξη της πάθησης. Δύο είναι οι παράγοντες που εξετάζονται από τη διαδικασία της μέτρησης, η οπτική οξύτητα και τα οπτικά πεδία (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής).
Η οπτική οξύτητα αναφέρεται στην ικανότητα του οφθαλμού να αναγνωρίζει και να εστιάζει σε λεπτομέρειες αντικειμένων σε μια συγκεκριμένη απόσταση. Είναι ένας κρίσιμος παράγοντας για την ποιότητα της όρασης ενός ατόμου.
Ένα άτομο με οπτική οξύτητα 20/20 σε απόσταση 20 ποδιών μπορεί να διακρίνει με σαφήνεια αυτό που βλέπει ένα άτομο με φυσιολογική όραση σε αυτήν την απόσταση. Από την άλλη πλευρά, ένα άτομο με ολική τύφλωση δεν μπορεί να αναγνωρίσει γράμματα ή αντικείμενα από απόσταση 6 μέτρων, ακόμα και με τη χρήση διορθωτικών μέσων, όπως γυαλιά ή φακούς επαφής. Ένα άτομο με ολική τύφλωση έχει περιορισμένη ή απουσιάζουσα οπτική λειτουργία και αδυνατεί να αντιληφθεί οποιαδήποτε οπτική πληροφορία από αυτήν την απόσταση.
Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η οπτική οξύτητα μετριέται συνήθως με τη χρήση των γνωστών «πινάκων Snellen». Οι πίνακες Snellen αποτελούνται από γράμματα ή σύμβολα που παρουσιάζονται σε διάφορες αποστάσεις από τον ασθενή. Ο ασθενής καλείται να αναγνωρίσει τα γράμματα ή τα σύμβολα από μια συγκεκριμένη απόσταση, και η οπτική οξύτητα καταγράφεται με βάση την τελευταία απόσταση στην οποία ο ασθενής είναι ικανός να αναγνωρίσει τα γράμματα με σαφήνεια (Smith & Johnson, 2010).
Η Αμερικάνικη Ακαδημία Οφθαλμολογίας ορίζει το οπτικό πεδίο ως εξής: «Το οπτικό πεδίο αναφέρεται στον χώρο της ορατότητας που μπορεί να ανιχνευθεί από τα μάτια ενός ατόμου όταν κρατά το κεφάλι σταθερό και εστιάζει σε μια συγκεκριμένη θέση. Περιλαμβάνει την περιοχή του οπτικού πεδίου που είναι ορατή κατά τη διάρκεια μιας σταθερής και ευθείας ματιάς, καθώς και την ικανότητα να αντιληφθεί τα αντικείμενα και τα γεγονότα που βρίσκονται εκεί (American Academy of Opthalmology, 2019).»