Συμπερίληψη των παιδιών με αναπηρία στο γενικό σχολείο: προϋποθέσεις πραγμάτωσης ενός σχολείου για όλους – ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της Βαλέριας Λιούμη – Διϊδρυματικό Π.Μ.Σ. Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων – Μέρος 23ο

Ιούλ 29, 2024 | Άλλες προσεγγίσεις της τυφλότητας και της αναπηρίας, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Συμπερίληψη των παιδιών με αναπηρία στο γενικό σχολείο: προϋποθέσεις πραγμάτωσης ενός σχολείου για όλους – ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της Βαλέριας Λιούμη – Διϊδρυματικό Π.Μ.Σ. Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων – Μέρος 23ο

 

6.2.         Προσεγγίζοντας το παιχνίδι

 

Για τα παιδιά, ο κόσμος και το περιβάλλον γίνονται κατανοητά μέσα από την εξερεύνηση με βασικό εργαλείο το παιχνίδι (De Witt, 2020). Με αφετηρία τις πρώιμες κοινωνικές σχέσεις που συνάπτουν, βασίζουν την ανάπτυξή τους στις διάφορες δεξιότητες παιγνιώδων δραστηριοτήτων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από ελευθερία επιλογής (Sheridan, 2014).

Αρχικά, τα βρέφη και τα νήπια εξερευνούν τις ιδιότητες των αντικειμένων και προσπαθούν να καταλάβουν πως λειτουργούν (στάδιο της εξερεύνησης) και μετέπειτα, όταν ξεκινούν το παιχνίδι, προσπαθούν να καταλάβουν με ποιον τρόπο μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτά τα αντικείμενα. Πολλές από τις ενασχολήσεις των μικρών παιδιών κατατάσσονται στην κατηγορία της εξερεύνησης, η οποία είναι πολύ σημαντική, καθώς σχετίζεται με την οργανωμένη μαθησιακή διαδικασία που έπεται αργότερα και αποτελεί αφετηρία για την εκμάθηση της τεχνογνωσίας σχετικά με το παιχνίδι (Piaget , 1951).

Το παιχνίδι αποτελεί μια δυναμική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την επικοινωνία μεταξύ των παιδιών σχετικά με τη βούλησή τους να παίξουν. Η επικοινωνία αυτή είναι μη λεκτική και για να ξεκινήσει ή να συνεχιστεί το παιχνίδι πρέπει να υπάρξει η ανάλογη θετική αντίδραση (Sturrock & Else, 1998).

Σχετικές θεωρίες αναφορικά με το αυθόρμητο παιχνίδι το αποδίδουν, είτε στην εξέλιξη, είτε σε βιολογικούς παράγοντες. Σύμφωνα με τη θεωρία της προ-άσκησης, το παιχνίδι εξασκεί βασικές ικανότητες που είναι απαραίτητες για να επιβιώσει ένας ενήλικας (Groos, 1901). Στη θεωρία της ανακεφαλαίωσης αντίθετα, αναφέρεται πως η δραστηριότητα του παιχνιδιού αποτελεί την έκφραση συμπεριφορών που παλαιότερα ήταν απαραίτητες για να επιβιώσει ένας άνθρωπος, αλλά πλέον δεν χρησιμεύουν (Hall, 1920). Μια ακόμη θεωρία, η θεωρία της χαλάρωσης, αποδίδει την παιγνιώδη συμπεριφορά στη μειωμένη γνωστική απαίτηση που την χαρακτηρίζει και αποτελεί ξεκούραση που προετοιμάζει το παιδί για μια επικείμενη απαιτητική γνωστική ενασχόληση (Patrick, 1916). Τέλος, στη θεωρία του πλεονάσματος ενέργειας, η δραστηριότητα του παιχνιδιού αποτελεί εκτόνωση της συσσωρευμένης ενέργειας χάρη της επιβίωσης (Spencer, 1898).

Η χρησιμότητα του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού μπορεί να γίνει κατανοητή με βάση τον παρακάτω πίνακα (Sheridan, 1977):

 

Πίνακας 1. Οι παράμετροι ανάπτυξης και τα οφέλη του παιχνιδιού

 

Παράμετροι ανάπτυξης – Οφέλη παιχνιδιού

Ανάπτυξη της κινητικής λειτουργίας – Στάση σώματος, αδρή κινητικότητα

Όραση και λεπτή κίνηση – Βλεμματική επαφή, παρατήρηση, αισθητηριακή ολοκλήρωση

Ακοή και επικοινωνία – Εκμάθηση του κώδικα επικοινωνίας

Κοινωνικοποίηση και αυθόρμητη δραστηριότητα παιχνιδιού – Προσωπική ανάπτυξη, λειτουργία μέσα σε ένα συγκεκριμένο πολιτιστικό περιβάλλον

 

Άλλοι τομείς στους οποίους εξελίσσεται ένα παιδί μέσα από το παιχνίδι, είναι η προσωπικότητά του και η ταυτότητά του ως μέλος ενός ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. Κατά την ανάπτυξη του κοινωνικού και συναισθηματικού τομέα, δίνεται η ευκαιρία στο παιδί να αλληλεπιδράσει και να εξασκήσει τις κοινωνικές του δεξιότητες με άλλα άτομα και να διερευνήσει το φάσμα των συναισθημάτων. Στον τομέα της γνωστικής ανάπτυξης, το παιδί μαθαίνει για τα πράγματα γύρω του, τις ιδέες και τις έννοιες, διδάσκεται τη διευθέτηση προβλημάτων και τη συμβολική αναπαράσταση. Επιπλέον, η δραστηριότητα του παιχνιδιού συμβάλλει στη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού, διευρύνοντας το λεξιλόγιό του, ενισχύοντας το συντακτικό, τη γραμματική και την επικοινωνία. Τέλος, ενισχύει τη σωματική ανάπτυξη, σχετικά με την αδρή και λεπτή κινητικότητα, τον οπτικοχωρικό συντονισμό,την ευεξία και τη φυσική κατασταση (Department for Culture, Media an Sport, 2000).

Η μέθοδος μάθησης που βασίζεται στο παιχνίδι, αξιοποιεί τους γονείς-κηδεμόνες των παιδιών που προωθούν το παιχνίδι σε συνδυασμό με τη συμπεριληπτική λογική και την πρόσβαση των παιδιών σε όλους τους τομείς της εκπαίδευσης. Ως αποτέλεσμα αυτής της παιγνιώδους στρατηγικής, οι μαθήτριες/-τές έχουν μεγαλύτερη εμπλοκή σε δραστηριότητες που σχετίζονται με τη μαθησιακή διαδικασία και με την κοινωνική αλληλεπίδραση μαζί με τους συμμαθητές τους (Hargreaves, Holton, Baxter, & Burgoyne, 2021). Ακόμα, η μέθοδος αυτή επικεντρώνεται στη γνωστική ενίσχυση των παιδιών και αποτελεί μια αδιάλειπτη διαδικασία κατά την οποία οι ενήλικες εμπλέκονται λιγότερο ή περισσότερο (Pyle & Danniels, 2017).

Σύμφωνα με έρευνες, οι δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, η προσήλωση στο έργο και η δραστηριοποίηση των παιδιών βελτιώνονται και ενισχύονται, στις περιπτώσεις που αντιλαμβάνονται το έργο σαν παιχνίδι και όχι δουλειά (Mclnnes, Howard, Miles, & Crowley, 2009), ενώ παράλληλα ενισχύεται η μεταγνώση και η ικανότητα να αυτορρυθμίζονται (Whitebread, 2010). Επιπρόσθετα, οι δραστηριότητες παιχνιδιού είναι εξαιρετικά ωφέλιμες για την εξέλιξη των παιδιών, καθώς ενισχύουν την ευέλικτη σκέψη (Bruner, 1979).

Μετάβαση στο περιεχόμενο