Η συμβολή της λογοτεχνίας στην ευαισθητοποίηση των μαθητών και των μαθητριών για ζητήματα κινητικής αναπηρίας – ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΜΑΡΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ – Δ.Π.Μ.Σ. Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων – Μέρος 7ο

Μάι 5, 2025 | Άλλες προσεγγίσεις της τυφλότητας και της αναπηρίας, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η συμβολή της λογοτεχνίας στην ευαισθητοποίηση των μαθητών και των μαθητριών για ζητήματα κινητικής αναπηρίας – ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΜΑΡΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ – Δ.Π.Μ.Σ. Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων – Μέρος 7ο

 

1.3.1      Κριτική θεώρηση του κοινωνικού μοντέλου

 

Ο ορισμός της αναπηρίας ως κοινωνικής κατασκευής ασφαλώς αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα για την αποϊατρικόποιησή της. Συνετέλεσε στην επαναφορά της συζήτησης για την ενσωμάτωση των αναπήρων στο κοινωνικό γίγνεσθαι και την εμφάνισή τους στο προσκήνιο από το περιθώριο στο οποίο είχαν βρεθεί εξαιτίας κυρίως του ατομικού-ιατρικού μοντέλου. Ωστόσο, το κοινωνικό μοντέλο αναμφίβολα εγείρει τους προβληματισμούς της επιστημονικής κοινότητας αναφορικά με την αποτελεσματικότητά του ή όχι. Η κριτική που ασκήθηκε στο παρόν μοντέλο αφορά τη σύνδεσή του με την οικονομική δραστηριότητα και τον αποκλεισμό των αναπήρων από τα μέσα παραγωγής. Με λίγα λόγια, πιστεύεται ότι τα συνδικαλιστικά όργανα μετέφεραν σε μεγάλο βαθμό το προσωπικό τους βίωμα και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μελετώνται και άλλες σημαντικές οπτικές της(Ζιώνιου-Σιδέρη, 2011).

Η έμφαση, δηλαδή, στον περιορισμό των αναπήρων σε κοινωνικοοικονομικό, δομικό και νομικό πλαίσιο υποβάθμισε τις πολιτιστικές και ψυχολογικές επιπτώσεις της αναπηρίας (Γεώργιος Μουτσινάς, 2018). Η φεμινιστική κριτική επισήμανε ότι σκοπίμως δεν συνυπολογίστηκαν τα χαρακτηριστικά του φύλου όσον αφορά στη διαμόρφωση του παρόντος προτύπου. Ειδικότερα, διατείνεται ότι στη διαμόρφωση του παρόντος προτύπου διαδράματισαν ισχυρό ρόλο οι ανάγκες και τα χαρακτηριστικά των λευκών ετερόφυλων ανδρών, ενώ οι ανάγκες των γυναικών ή των μαύρων δεν λήφθηκαν σοβαρά υπόψη. Μάλιστα, ο εμπνευστής του κοινωνικού μοντέλου ο Oliver παραδέχεται ότι έχει δεχθεί τα πυρά των φεμινιστικών ομάδων πως δεν περικλείονται οι ανάγκες διαφόρων κοινωνικών ομάδων (όπως είναι οι γυναίκες) και πως με αυτόν τον τρόπο συνεχίζει να διαιωνίζει τον κοινωνικό αποκλεισμό των μειονοτικών ομάδων (Oliver M., 2004).

Πέραν της φεμινιστικής κριτικής ο ίδιος έχει δεχθεί και τη σφοδρή κριτική των στρουκτουραλιστών και των μεταδομιστών (Ζιώνιου-Σιδέρη, 2011). Οι μεταδομιστές επισημαίνουν ότι από τη στιγμή που ένας σημαντικός αριθμός ανάπηρων συνανθρώπων μας ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, στερούμενοι την πρόσβασή τους στις κοινωνικές δομές, είναι αδύνατον να γίνεται λόγος για ισότιμη εκπροσώπηση των αναπήρων στην κοινωνία. Εν ολίγοις, θεωρείται ασυμβίβαστη η δημιουργία μιας κοινωνικής θεωρίας για την αναπηρία από τη στιγμή που οι ίδιοι δυσκολεύονται να προσεγγίσουν την έννοια της «διαφορετικότητας» (Oliver M., 2004).

Σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό πλαίσιο, ούτε το κοινωνικό μοντέλο κατόρθωσε σύμφωνα με τον Σούλη (2013) να άρει τις όποιες διακρίσεις σε βάρος των μαθητών/μαθητριών με αναπηρία και να τους περικλείσει ουσιαστικά ως ισότιμα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον οι δομές ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης είναι περισσότερο ιατροκατευθυνόμενες. Οι εκπαιδευτικές παρεμβάσεις στην ειδική εκπαίδευση είναι κυρίως εξατομικευμένες και εξειδικευμένες σε τέτοιο βαθμό που να καθίσταται αδύνατη η εφαρμογή της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης στην πράξη (Σούλης, 2013).

Από την άλλη πλευρά, αξίζει να επισημανθεί ο θετικός αντίκτυπος του παρόντος μοντέλου αναφορικά με την εφαρμογή στην πράξη της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης. Η μετατόπιση της αντιμετώπισης της αναπηρίας από ένα ατομικό- προσωπικό ζήτημα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο άνοιξε τη συζήτηση σύμφωνα με την Χατζηπέτρου για την άρση των εμποδίων, τα οποία επιτείνουν τον αποκλεισμό των αναπήρων από τους τομείς της κοινωνικής ζωής (σχολείο, υγεία, εκπαίδευση, πρόνοια).

Η συζήτηση για την άρση των εμποδίων και της δημιουργίας ένος περιβάλλοντος συμπεριληπτικού, οδήγησε στην εμφάνιση των εννοιών του καθολικού σχεδιασμού, της πρόσβασης και της προσβασιμότητας (Χατζηπέτρου, 2014).

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο