Η συμβολή της λογοτεχνίας στην ευαισθητοποίηση των μαθητών και των μαθητριών για ζητήματα κινητικής αναπηρίας – ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΜΑΡΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ – Δ.Π.Μ.Σ. Επιστήμες της Αγωγής μέσω Καινοτόμων Τεχνολογιών και Βιοϊατρικών Προσεγγίσεων – Μέρος 9ο
1.5 Συμπεράσματα
Από την παραπάνω συζήτηση εξάγονται ορισμένα συμπεράσματα:
- η αναδρομή σε σημαντικές ιστορικές περιόδους (αρχαιότητα, χριστιανισμός, νεώτεροι χρόνοι) φανερώνει την περιθωριοποίηση που υφίσταντο οι ανάπηροι συμπολίτες μας λόγω της ιδιαιτερότητάς τους. Η αντίληψη ότι αποτελούσαν «μιάσματα» ή παρεκκλίσεις της ολοκληρωμένης εικόνας του σώματος, αναμφίβολα, καταστρατηγούσε κάθε δικαίωμα για την ισότιμη συμμετοχή τους στις κοινωνικές υπηρεσίες,
- η ταύτιση της αναπηρίας ως βλάβης και η ιατρικοποίηση της καταδίκασε γενιές και γενιές αναπήρων στο περιθώριο της κοινωνίας, στο όριο της φτώχειας και χωρίς καμιά μέριμνα για την αξιοπρεπή τους διαβίωση και για την πρόσβασή τους στη δημόσια υγεία,
- είχε ως αποτέλεσμα χιλιάδες παιδιά είναι αποκλεισμένα από το εκπαιδευτικό σύστημα βιώνοντας συνθήκες ιδρυματοποίησης,
- ευνοήθηκε, μάλιστα, ο διαχωρισμός των μαθητών σε μαθητές γενικής και σε μαθητές ειδικής αγωγής αποκλείοντας κάθε πιθανή διεπίδραση μεταξύ των δυο μελών της εκπαιδευτικής διαδικασίας,
- η εμφάνιση, ωστόσο, του κοινωνικού μοντέλου των δεκαετιών του 1960-1970 ως απόρροια των διεκδικήσεων του αναπηρικού συνδικαλιστικού κινήματος μετέβαλε τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζονται οι ανάπηροι συμπολίτες. Οι εκπρόσωποι του κοινωνικού μοντέλου διατράνωσαν την πεποίθησή τους πως εκείνοι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, αλλά να απολαύουν εξίσου τα δικαιώματά τους και να έχουν πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες.
- το κοινωνικό μοντέλο αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία του συμπεριληπτικού σχολείου, του σχολείου για όλους. Προς αυτήν την κατεύθυνση οι μαθητές γενικής και ειδικής αγωγής θα λαμβάνουν την ίδια εκπαίδευση και θα αλληλεπιδρούν εντός του ίδιου περιβάλλοντος.
- όμως, η ένταξη των μαθητών ειδικής αγωγής στο γενικό σχολείο εγείρει προβληματισμούς όσον αφορά την παρεχόμενη εκπαίδευση και κατά πόσο εκείνη ανταποκρίνεται στις ατομικές ανάγκες του καθενός. Η Βλάχου (2012) αναρωτιέται για το κατά πόσο μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη η ισάξια ένταξη των μαθητών με αναπηρία, τη στιγμή μάλιστα που το γενικό σχολείο προωθεί την προσαρμογή και την αφομοίωση των ετερογενών κοινωνικών ομάδων σε ένα κοινό πολιτισμικό πλαίσιο. Ακόμη, τίθεται το ερώτημα για το αν το πρόγραμμα σπουδών έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις ατομικές ανάγκες κάθε μαθητή ξεχωριστά. Τέλος, τονίζεται κατά πόσο θα καταστεί δυνατό να καλλιεργηθεί ο σεβασμός ως προς το διαφορετικό από την πλευρά των μαθητών.
- Η ΖώνιουΣιδέρη (2011) επισημαίνει ότι για την απρόσκοπτη ένταξη των μαθητών με αναπηρία στο σχολικό περιβάλλον απαιτείται η ριζική αναδιάρθωση της εκπαιδευτικής πολιτικής των κρατών. Η αναδιάρθωση αυτή θα περιλαμβάνει την αναθεώρηση των αξιών του σχολείου, της σχολικής κουλτούρας, ενώ θα προβλέπει και αναθεώρηση των υφιστάμενων αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, με τέτοιο τρόπο που να καλύπτει τις μαθησιακές ανάγκες καθενός ξεχωριστά,
- οι παραπάνω αλλαγές συνιστούν τη βάση για τη θεμελίωση του συμπεριληπτικού σχολείου, του σχολείου για όλους όπως το οραματιζόμαστε,
- ο ρόλος του εκπαιδευτικού κρίνεται απαραίτητος στο συμπεριληπτικό σχολείο. Ο εκπαιδευτικός είναι εκείνος που θα αναλάβει να εμφυσήσει στους μαθητές και στις μαθήτριες τον σεβασμό απέναντι στη διαφορετικότητα, την αλληλεγγύη, την ανεκτικότητα, την ανθρωπιάέννοιες απαραίτητες για τον οικουμενικό πολίτη του 21ου αιώνα.
Είναι φυσικό, συνεπώς, να αναρωτηθεί κανείς πως θα κατορθωθεί να αποκτήσουν οι μαθητές και οι μαθήτριες της γενικής τάξης ενσυναίσθηση για θέματα που άπτονται στην αναπηρία, έτσι ώστε να βοηθήσουν τους συμμαθητές του να ενταχθούν αρμονικά στο σχολικό περιβάλλον και να διεκδικήσουν τη θέση τους στην κοινωνία μετέπειτα.