Η επίδραση του χορού στην υποκειμενική ευημερία των αναπήρων: μια συστηματική ανάλυση των ποιοτικών ερευνών – ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της Νατάσας Τζήκα – ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Π.Μ.Σ. «ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ» – Μέρος 11ο
Κεφάλαιο 3. Χορός
3.1. Εισαγωγή
Ο χορός είναι μια καθολική μορφή ανθρώπινης έκφρασης που προσφέρει μοναδικές γνώσεις για την πλαστικότητα του εγκεφάλου και τη συμπεριφορά (Karpati et al., 2015). Χρησιμεύει ως ισχυρό σύμβολο πολιτιστικής ταυτότητας και κοινωνικής αλληλεπίδρασης (Giurchescu, 2001; Royce, 1979). Ανθρωπολογικές μελέτες έχουν διερευνήσει το χορό σε διάφορους πολιτισμούς, από αγροτικά αφρικανικά χωριά έως αστικές δυτικές κοινωνίες, εξετάζοντας τις συνδέσεις του με τη θρησκεία, τη συγγένεια και την κοινωνική οργάνωση (Royce, 1979). Ο χορός είναι κατά βάση μια μορφή μη λεκτικής επικοινωνίας, εκφράζοντας την ανθρώπινη σκέψη και το συναίσθημα μέσω της οργανωμένης σωματικής κίνησης (Hanna, 1979). Η κοινωνική συνιστώσα του χορού είναι αυτονόητη, καθώς ο χορευτής ενσαρκώνει τόσο ατομικά όσο και πολιτισμικά χαρακτηριστικά (Giurchescu, 2001).
Ο χορός παίζει σημαντικό ρόλο σε διάφορες πτυχές της ανθρώπινης ζωής, ξεκινώντας ήδη από τις αρχαίες τελετουργίες μέχρι τη σύγχρονη προσπάθεια για σωματική και ψυχολογική ευεξία. Κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τις σύγχρονες μορφές, ο χορός έχει εξελιχθεί σημαντικά. Οι ρίζες του μπορούν να εντοπιστούν σε συμπεριφορές ερωτοτροπίας, ακολουθούμενες από κοινοτικούς χορούς σε τελετές μετάβασης και αργότερα, χορούς έκστασης που σχετίζονται με τον σαμανισμό και τη θρησκεία (Garfinkel, 2018). Αρχαίοι πολιτισμοί, όπως η Μεσοποταμία, παρουσίαζαν δυναμικές απεικονίσεις χορευτών σε κεραμικά και σφραγίδες, ενώ ορισμένες θέσεις εξακολουθούν να απηχούν στους σύγχρονους ιρακινούς φυλετικούς χορούς (Collon, 2003). Στην αρχαία Ελλάδα, οι γυναικείοι χοροί στη λατρεία του Πάνα και των Νυμφών απεικονίζονταν σε ανάγλυφα και πήλινες πινακίδες, αναπαριστώντας προγαμιαίες τελετουργίες και αναδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά των γυναικών (Γιούτσος, 2012). Καθώς οι κοινωνίες αναπτύχθηκαν, ο χορός έγινε αναπόσπαστο μέρος των αγροτικών τελετών και τελικά οδήγησε σε επαγγελματίες χορευτές που εκτελούσαν περίτεχνες χορογραφίες (Garfinkel, 2018). Κλασικές μορφές όπως το Odissi, μία από τις οκτώ κλασικές μορφές ινδικού χορού, γνωστή για τη ρευστότητα των κινήσεών της, τις εκφραστικές χειρονομίες και τις δυναμικές στάσεις, εξελίχθηκαν από τελετουργίες σε ναούς σε τυποποιημένες μορφές τέχνης, ενσωματώνοντας στοιχεία από αρχαία κείμενα και γλυπτά (Ojha, 2024). Στη σύγχρονη εποχή εμφανίστηκαν διάφορα είδη χορού, όπως ο αμερικανικός μοντέρνος χορός και ο ευρωπαϊκός εξπρεσιονιστικός χορός, με διαπολιτισμικές επιρροές που διαμόρφωσαν νέες μορφές σωματικής έκφρασης (Peng, 2023).
Η χορογραφία παίζει καθοριστικό ρόλο στη μεταφορά της αφήγησης και της συναισθηματικής έκφρασης μέσω της κίνησης. Τα συναισθήματα θεωρούνται η κινητήριος δύναμη πίσω από τη δημιουργία και την εκτέλεση του χορού, επηρεάζοντας τις επιλογές των χορογράφων και εμπνέοντας τη δημιουργικότητα (Long, 2024). Η έννοια της «χορογραφίας της έκφρασης» τονίζει τη σημασία της ακολουθίας, του συγχρονισμού και της διάρκειας στην παραγωγή συναισθηματικών εκφράσεων του προσώπου στα κινούμενα σχέδια που να προσεγγίζουν πολύ την πραγματικότητα (Sloan et al., 2009). Στα ρομποτικά συστήματα, οι χορογραφικές προσεγγίσεις είναι απαραίτητες για τον σχεδιασμό εκφραστικών κινήσεων που ευθυγραμμίζονται με την ανθρώπινη αντίληψη και διευκολύνουν την αλληλεπίδραση ανθρώπου- ρομπότ (LaViers et al., 2017). Οι χορευτικές παραστάσεις ειδικού τόπου μπορούν να προκαλέσουν συλλογικές συναισθηματικές εμπειρίες που μοιράζονται οι ερμηνευτές και το κοινό, ενισχύοντας τις συναισθηματικές συνδέσεις με τους τοπικούς τόπους (Butterworth & Wildschut, 2017). Με την κατανόηση και την αξιοποίηση της δύναμης των συναισθημάτων στη χορογραφία, οι χορευτές και οι χορογράφοι μπορούν να δημιουργήσουν ουσιαστικές παραστάσεις που όχι μόνο επιδεικνύουν την τεχνική δεξιότητα αλλά και προκαλούν βαθιές συναισθηματικές αντιδράσεις από τους θεατές (Long, 2024).
Η σωματική προετοιμασία, η κινησιολογία και η τεχνική είναι κρίσιμα στοιχεία για την απόδοση στον αθλητισμό και το χορό. Η κατανόηση της εμβιομηχανικής παρέχει στους προπονητές και τους αθλητές πλεονεκτήματα στην εκτέλεση δεξιοτήτων και στην παρακίνηση (Kumar & Baudha, 2023). Η κινησιολογία περιλαμβάνει βιοφυσικές, συμπεριφορικές/κοινωνικοπολιτισμικές και παιδαγωγικές επιστήμες, με πρωταρχική εστίαση στις τεχνικές ικανότητες σε όλους τους τομείς (Harris, 1993). Η επιστήμη του χορού έχει αναδειχθεί ως ξεχωριστός τομέας από την αθλητική επιστήμη, εφαρμόζοντας αρχές από τη φυσιολογία της άσκησης, την ψυχολογία και τον κινητικό έλεγχο για να βελτιώσει τα μαθήματα τεχνικής χορού χωρίς να μεταβάλει τους καλλιτεχνικούς τους στόχους (Krasnow & Chatfield, 2008). Ενώ οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας του χορού είναι πολύτιμες, η ενσωμάτωση των γνώσεων της επιστήμης του χορού μπορεί να αντιμετωπίσει ζητήματα όπως οι τραυματισμοί και τα σωματικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι χορευτές. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων επανεκπαίδευσης της ισορροπίας στη βελτίωση των κινητικών δεξιοτήτων παραμένει αβέβαιη (Krasnow & Chatfield, 2008).
Οι χορευτικές παρεμβάσεις έχουν αρχίσει να αναγνωρίζονται ως μια σημαντική μέθοδος ενίσχυσης της κοινωνικοσυναισθηματικής νοημοσύνης παιδιών και εφήβων. Μέσα από τον χορό, τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν την ευκαιρία να εκφράσουν συναισθήματα, να αναπτύξουν αυτογνωσία, να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή τους και να καλλιεργήσουν δεξιότητες επικοινωνίας και συνεργασίας. Ο χορός είναι εγγενώς μια μορφή κοινωνικής αλληλεπίδρασης, με τον χορευτή να ενσαρκώνει τόσο ατομικές όσο και κοινωνικοπολιτισμικές πτυχές (Giurchescu, 2001).
Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να προσδιοριστούν οι βέλτιστοι παράγοντες εφαρμογής του χορού, όπως η διάρκεια των παρεμβάσεων, ο ρόλος του εκπαιδευτή και οι ηλικιακές ιδιαιτερότητες των συμμετεχόντων. Ένας πολυδιάστατος συνδυασμός διαφορετικών μορφών χορού, κατάλληλων για κάθε ηλικιακή ομάδα, ίσως αποτελέσει το κλειδί για τη μεγιστοποίηση των θετικών αποτελεσμάτων (Γιατρά, Βενετσάνου & Κουτσούμπα, 2019). Συνολικά, η ένταξη χορευτικών δραστηριοτήτων στην εκπαιδευτική ή εξωσχολική καθημερινότητα φαίνεται να αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη προσέγγιση για την ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών και των εφήβων.
