Η Αλίσια Αλόνσο γεννήθηκε στην Κούβα στις 21 Δεκεμβρίου του 1920. Είναι πρίμα μπαλαρίνα και χορογράφος. Θεωρείται μύθος για το μπαλέτο και είναι διάσημη για τις ερμηνείες της στη Ζιζέλ και την Κάρμεν.
Η οικογένεια της ήταν ευκατάστατη, ο πατέρας της ήταν αξιωματικός του στρατού, και ζούσαν σε μια καλή περιοχή της πρωτεύουσας. Η Αλίσια από πολύ μικρή ηλικία έδειξε την προτίμηση της για τη μουσική και το χορό. Άρχισε μαθήματα χορού στα επτά της χρόνια και μετά από δύο χρόνια συμμετείχε στην Ωραία Κοιμωμένη του Τσαϊκόφσκι. Τότε εμφανιζόταν με το όνομα Αλίσια Μαρτίνες. Στα δεκαπέντε της ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε τον συμμαθητή της Φερνάντο Αλόνσο και έκτοτε χρησιμοποιεί το επίθετο του. Το ζευγάρι έφυγε για τη Νέα Υόρκη με την ελπίδα να χτίσουν την επαγγελματική τους καριέρα. Η Αλίσια απέκτησε μια κόρη αλλά κατάφερε να συνεχίσει τα μαθήματα της. Μεταξύ των δασκάλων της ήταν οι Leon Fokine, Alexandra Fedorova, Enrico Zanfretta και Anatole Vilzak. Αργότερα ταξίδεψε στο Λονδίνο για να σπουδάσει κοντά στη διάσημη Vera Volkova.
Το 1941 οι γιατροί διαπίστωσαν ότι έπασχε από αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση που όμως δεν στέφθηκε με επιτυχία, και όταν απέτυχε και η δεύτερη εγχείρηση οι γιατροί αποφάνθηκαν ότι η χορεύτρια δεν θα έβρισκε ποτέ την περιφερειακή της όραση.
Δέχτηκε να υποβληθεί σε μια τρίτη εγχείρηση στην Αβάνα μόνο που αυτή τη φορά θα έπρεπε να παραμείνει στο κρεβάτι για έναν ολόκληρο χρόνο. Δεν της επιτρεπόταν καν να κουνάει το κεφάλι της. Ο σύζυγος της έμενε μαζί της συνεχώς και τη μάθαινε τα βήματα κλασικών ρόλων του μπαλέτου χρησιμοποιώντας μόνο τα δάχτυλα των χεριών. Η Αλόνσο έλεγε «Χόρευα μέσα στο μυαλό μου. Τυφλή, ακίνητη στο κρεβάτι, έμαθα να χορεύω Ζιζέλ».
Κάποια στιγμή της επετράπη να σηκωθεί από το κρεβάτι αλλά όχι και να χορέψει. Εκείνη όμως παράκουσε τις εντολές και ξεκίνησε ξανά το χορό. Κατά τη διάρκεια ενός τυφώνα τραυματίστηκε από γυαλιά στο πρόσωπο αλλά όχι στα μάτια. Οι γιατροί τότε της επέτρεψαν να ξαναχορέψει λέγοντας ότι αφού δεν μπόρεσε να τη βλάψει ο τυφώνας δεν θα την έβλαπτε ούτε ο χορός.
Το 1943 σχεδόν τυφλή πήγε πάλι στην Νέα Υόρκη για να αρχίσει να δουλεύει στο χορό. Με το που εγκαταστάθηκε της πρότειναν να αντικαταστήσει την πρίμα μπαλαρίνα (που είχε τραυματιστεί) στη Ζιζέλ. Η Αλόνσο δέχτηκε και η παράσταση ήταν τόσο επιτυχημένη που οι κριτικοί την αναγόρευσαν αμέσως σταρ. Αργότερα εμφανίστηκε στη Λίμνη των Κύκνων. Ήταν πλέον διάσημη για τις έντονα δραματικές ερμηνείες της, καθώς και για την καθαρή τεχνοτροπία της και την ικανότητα της στην ερμηνεία ρόλων κλασικού και ρομαντικού ρεπερτορίου.
Οι παρτενέρ της γρήγορα έμαθαν να την βοηθάνε να ξεπερνάει το πρόβλημα της. Η Αλόνσο τους ζητούσε να βρίσκονται ακριβώς στη θέση που εκείνη ήξερε ότι θα έπρεπε να βρίσκονται. Ζητούσε επίσης από τους σκηνογράφους να τοποθετούν πολύ δυνατό φωτισμό διαφορετικών χρωμάτων σε διάφορα σημεία για να της χρησιμεύουν ως οδηγοί στις κινήσεις της. Ήξερε για παράδειγμα ότι αν έμπαινε μέσα στη δέσμη φωτός ενός προβολέα που ήξερε ότι βρισκόταν κοντά στο μπροστινό μέρος της σκηνής, ότι πλησίαζε πολύ κοντά στην ορχήστρα. Τοποθετούσαν επίσης ένα λεπτό σύρμα στην άκρη της σκηνής στο ύψος της μέσης σαν επιπλέον σημάδι για εκείνη, συνήθως όμως χόρευε κοντά στους παρτενέρ της και εκείνοι την οδηγούσαν από σημείο σε σημείο.
Η επιθυμία της να καλλιεργηθεί το μπαλέτο στην Κούβα την έκανε να επιστρέψει στην Αβάνα το 1948 για να ιδρύσει τη δική της ομάδα, την Alicia Alonso Ballet Company, την οποία και διατηρούσε με πολύ μικρή οικονομική βοήθεια και η οποία κάποια στιγμή μετεξελίχθηκε σε Εθνικό Μπαλέτο της Κούβας. Το ντεμπούτο τους έγινε στην Αβάνα και σύντομα ξεκίνησαν μια περιοδεία στη Νότια Αμερική. Η Αλόνσο ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για να προσλάβει τους καλύτερους δασκάλους για τους νέους μαθητές της. Ταυτόχρονα όμως συνέχισε τις εμφανίσεις της σαν πρίμα μπαλαρίνα στη Ρωσία το 1952 και στο Παρίσι το 1953.
Από το 1955 ως το 1959 χόρευε κάθε χρόνο στο Ballet Russe de Monte Carlo σαν guest star. ήταν η πρώτη χορεύτρια από το δυτικό ημισφαίριο που χόρεψε στη Σοβιετική Ένωση.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η Αλόνσο έκανε τεράστιες περιοδείες στη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη, την Ασία, τη Βόρεια και Νότια Αμερική.
Στα μέσα της δεκαετίας του 50 το Μπαλέτο Alicia Alonso αντιμετώπιζε οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Ο δικτάτορας Μπατίστα είχε πάρει την εξουσία στην Κούβα και ήταν αποφασισμένος να διαλύσει την αντίσταση εναντίον του. Με την υποστήριξη των οικονομικών δυνάμεων του νησιού, της μαφίας και των αμερικανικών συμφερόντων, άσκησε ανελέητη καταστολή σε όποιον αντιδρούσε στα σχέδια του. Διακηρύσσοντας ότι όλοι οι καλλιτέχνες είναι αριστεροί, έκοψε δραστικά ακόμα και τη μικρή οικονομική υποστήριξη που έδινε η κυβέρνηση στη σχολή και το μπαλέτο της Αλόνσο. Οι διαμαρτυρίες της Αλόνσο γίνονταν όλο και εντονότερες και το καθεστώς της πρόσφερε 500 δολάρια το μήνα για να σταματήσει να ασκεί κριτική. Εκείνη δυσαρεστημένη έφυγε το 1956 για να ενταχθεί στο Ballet Russe de Monte Carlo.
Εργάστηκε εκεί ως το 1959 και κατά τη διάρκεια αυτής της συνεργασίας έκανε μια περιοδεία στη Σοβιετική Ένωση, χορεύοντας Ζιζέλ στο Λένινγκραντ. Η ερμηνεία της κέρδισε το βραβείο του Dance Magazine το 1958.
Όταν ο Φιντέλ Κάστρο πήρε την εξουσία στην Κούβα την 1η Ιανουαρίου του 1959 δεσμεύτηκε να αυξήσει την οικονομική υποστήριξη στα πολιτιστικά προγράμματα. Παίρνοντας κουράγιο από αυτή τη δήλωση και θέλοντας να ξαναγυρίσει στην πατρίδα της, η Αλόνσο επέστρεψε στην Κούβα και έλαβε μια επιχορήγηση 200.000 δολαρίων για να ιδρύσει μια νέα Σχολή Μπαλέτου που ονομάστηκε Εθνικό Μπαλέτο Κούβας. Το Μπαλέτο ιδρύθηκε τυπικά το 1960 και μέσα σε μερικά χρόνια κέρδιζε βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς.
Η Αλόνσο πίστευε πως η ίδια και οι χορευτές της ήταν μέρος της κουβανικής επανάστασης. Ήθελε οι χορευτές της να φέρουν στον κουβανικό λαό, που δεν είχε καμία εμπειρία σχεδόν με την καλλιτεχνική έκφραση, σε επαφή με το χορό. Εκείνη και οι ομάδα της εργάστηκαν ακόμα και στα χωράφια και μάλιστα η Αλόνσο φορούσε ένα βιετναμέζικο εργατικό καπέλο σαν πολιτική δήλωση.
Λόγω της παθιασμένης υποστήριξής της στην κομμουνιστική κυβέρνηση το κοινό στις ΗΠΑ της γύρισε την πλάτη. Στην Ευρώπη, Ανατολική και Δυτική, πάντως οι επιτυχίες του Μπαλέτου συνεχίζονταν. Το 1967 και το 1971 έκανε εμφανίσεις στον Καναδά όπου οι κριτικοί συμφώνησαν ότι ήταν ακόμα η μεγαλύτερη μπαλαρίνα της εποχής της. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος του Βιετνάμ και ο Νίξον δεν ήταν πια πρόεδρος, τής επετράπη να εμφανιστεί και πάλι στις ΗΠΑ.
Το 1995 εκείνη και κάποιοι άλλοι ηλικιωμένοι χορευτές του Εθνικού Μπαλέτου της Κούβας εμφανίστηκαν στο Σαν Φρανσίσκο σε μια χορογραφία με τον τίτλο Στην Μέση του Ηλιοβασιλέματος.
Το 2002 έγινε Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της Ουνέσκο. Εξακολουθεί να διευθύνει το Εθνικό Μπαλέτο της Κούβας, αν και ήδη είναι ενενήντα χρονών και σχεδόν ολοκληρωτικά τυφλή.
Πηγή: wikipedia
