ΕΘΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΤΥΦΛΩΝ

Eξ αφορμης – Μπόρχες για πάντα

Σεπ 30, 2011 | Διάσημοι τυφλοί, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Του Κώστα Θ. Καλφοπουλου

Κάθε προσπάθεια να συλλάβει κανείς το πνεύμα και το έργο του Μπόρχες σκοντάφτει σε ένα φανταστικό παράδοξο: έχει κανείς την αίσθηση πως ισχύει ό,τι και τη στιγμή της σύλληψης από αστυνομικό στις ΗΠΑ: «έχεις το δικαίωμα να παραμείνεις σιωπηλός, ό,τι πεις ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί εναντίον σου» – όχι όμως για τον συλληφθέντα αλλά, αντιθέτως, για τον συλλαμβάνοντα.

Για κανέναν, ίσως, συγγραφέα της νεωτερικότητας, από τον Πόε μέχρι τον Κάφκα και τον Ναμπόκοβ, οι δυσκολίες να μιλήσει κανείς γι’ αυτόν δεν είναι τόσο ανυπέρβλητες όσο στην περίπτωσή του: στους ήχους του ταγκό ο Μπόρχες γλιστρά επιδέξια στις αργεντίνικες πάμπες, στους λαβυρίνθους της πόλης και των βιβλιοθηκών, κι ύστερα εμφανίζεται σε ένα διαφορετικό σημείο, το οποίο ήδη έχει γνωστοποιήσει, όπως στο διήγημά του «Η πυξίδα και ο θάνατος». Αυτό το παιχνίδι της απόκρυψης και της αποκάλυψης μεταξύ του ντετέκτιβ και του κακοποιού (μία επιστολή και ένα γράμμα της αλφαβήτου ενημερώνει τον διώκτη για τον τόπο κάθε επόμενου εγκλήματος, στο τέλος ο ντετέκτιβ είναι το τελευταίο θύμα) προκύπτει από την ιδιοσυγκρασία του κοσμοπολίτη Αργεντινού, καθώς και από τα τέσσερα θεμελιώδη θέματα, σαν ακρογωνιαίοι λίθοι στην Καθεδρική της Λογοτεχνίας, του Μπόρχες, αναφορικά με τη φανταστική λογοτεχνία: το έργο τέχνης συμπεριλαμβανόμενο μέσα στο ίδιο το έργο, την εισβολή του ονείρου στην πραγματικότητα, το ταξίδι στον χρόνο, τη διχοτόμηση της πραγματικότητας (E. Rodriguez Monegal, Borges por el mismo, 1984, μτφρ.: Β. Ιβάνοβιτς, Αθήνα 1987).

Ο Μπόρχες δεν αποκατέστησε μόνο την τιμή της αργεντίνικης γλώσσας και κουλτούρας ώς τα πέρατα του κόσμου αλλά, ταυτόχρονα, προσέδωσε στη «λογοτεχνία του τετριμμένου» (φανταστική και περιπετειώδη, καθώς και του μυστηρίου, ακόμα και του γουέστερν, ως παρωδία και παραβολή) τη χαμένη αξιοπρέπεια, που πρώτος ο Πόε ανέδειξε στο πολυσχιδές έργο του. Ο,τι του στέρησε πρόωρα η όραση, το αποτύπωσε ένας «ένδον οφθαλμός», αναζητώντας με στωικότητα έναν «λαβύρινθο, που θα αποτελούνταν από μια μοναδική ευθεία γραμμή».

Ο Μπόρχες, κι ο ίδιος όμηρος της τύφλωσης, είναι ο Όμηρος της νεωτερικότητας, με προσωκρατικές αρετές: αμφίσημος και συνάμα συμπαντικός. Οι ήρωές του είναι Οδυσσείς, οι περιπλανήσεις του(ς) αρχέτυπα μυθικές και μοντέρνα φανταστικές (κρύβεται μέχρι και στο «Alphaville» του Γκοντάρ, στα λόγια του ηλεκτρονικού εγκεφάλου), το Μπουένος Αϊρες η Ιθάκη του(ς), οι αφηγήσεις του πυκνές, συχνά κρυπτικές, ανάμεσα στη γνώση, την ανάμνηση και τη λήθη. Επιπλέον, κατάφερε να ανανεώσει τρία είδη, αναπαλαιώνοντάς τα ευφάνταστα: το είδος της γραμματέως (τα χρέη της εκτελούσε η μητέρα του μέχρι τον θάνατό της), τη γενέθλια πόλη και γλώσσα (παραλλάσσοντας τον Χάιντεγκερ, η γλώσσα είναι η πόλη που κατοικούμε) και το αστυνομικό είδος (analytic detective story). Το έργο του, ένα ναρκοπέδιο λέξεων (πατώντας πάνω τους αυτές εκρήγνυνται με εικόνες, μνήμες, σύμβολα, γρίφους και κώδικες), συμφιλιώνεται με το μηδέν και το άπειρο, η ανάγνωσή του είναι ταυτόχρονα συναίσθηση και παραίσθηση, κι ο συγγραφέας, μέσα από τις «περσόνες» του, «είναι πολλαπλός, όλοι και κανείς» (Ροντρίγκεζ Μονεγκάλ).

Ο Μπόρχες-Μπιόρχες είναι ο αιώνια καταζητούμενος της λογοτεχνίας.

Πηγή: http://news.kathimerini.gr/

Μετάβαση στο περιεχόμενο